παρὰ
με γενική:
- τόπος (ποιητικά), πχ. φάσγανον ἐρύσσατο παρὰ μηροῦ (=έσυρε κοφτερό ξίφος από τον μηρό)
- προέλευση, πχ. ἦλθε παρὰ Κυαξάρου ἄγγελος, πολλοὶ παρὰ βασιλέως πρὸς Κῦρον ἀπῆλθον, ἀκούω, λαμβάνω, μανθάνω παρὰ τινος
- ποιητικό αίτιο, πχ. τὰ παρὰ θεῶν σημαινόμενα
- το πλησίον, πχ. Πρωταγόρας καταλύει παρὰ Καλλίᾳ, μένε παρ' ἡμῖν
- το ενώπιον, πχ. παρὰ Δαρείῳ κριτῇ (ενώπιον του Δαρείου ως κριτή)
- επιρροή, πχ. μέγα δύναμαι παρά τινι (=έχω μεγάλη δύναμη κοντά σε κάποιον, ασκώ μεγάλη επιρροή σε κάποιον)
- κτήτορα, πχ. ἡ παρ' ἡμῖν πολιτεία (=το πολίτευμά μας)
- κρίση ή κρίνον πρόσωπο, πχ. δοκεῖς παρ' ἡμῖν οὐ βεβουλεῦσθαι κακῶς (=κατά την κρίση μας)
- μνεία ή αναφορά σε συγγραφέα, πχ. παρὰ Πλάτωνι, παρ' Ὁμήρῳ
με αιτιατική:
- τόπος, πχ. παρὰ τὴν ὁδόν ἦν κρήνη
- κατεύθυνση σε πρόσωπο, πχ. γράφει ἐπιστολὴν παρὰ βασιλέα
- χρονική διάρκεια, πχ. δόλιον ἄνδρα φεῦγε απρ' ὅλον τὸν βίον
- σύγκριση, πχ. παρὰ τοὺς ἄλλους εὔτακτος ἦν (=σε σύγκριση με τους άλλους)
- διαφορά, εναντίοτητα, ασυμφωνία, πχ. ἐὰν λέγῃς παρὰ ταῦτα, μάτην ἐρεῖς (=διαφορετικά από αυτά), πράττει παρὰ τοὺς νόμους, παρὰ τὸ δίκαιον
- εξαίρεση ή εξάλειψη, πχ. οὐκ ἔχω παρὰ ταῦτα ἄλλα, παρὰ τέσσαρας ψήφους μετέσχε τῆς πόλεως (=έλειψαν τέσσερις ψήφοι για να μετάσχει της πολ.)
- μέτρο, πχ. παρὰ τοσοῦτον κινδύνου (=σε τέτοιο σημείο κινδύνου)
- αιτία, πχ. παρὰ τὴν ἡμετέραν ἀμέλειαν ἐπηύξηται Φίλιππος (=λόγω, εξαιτίας)
- εναλλαγή, πχ. παρ' ἡμέραν (=ημέρα παρά ημέρα)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.