ὑπὲρ
με γενική:
- τόπος, υπεράνω, πχ. πόλις ὑπὲρ τοῦ λιμένος κεῖται, ἔθηκε τὸν ἥλιον ὑπὲρ γῆς
- υπεράσπιση, πχ. μάχομαι ὑπὲρ τῆς πόλεως, ὑπὲρ φίλου πονητέον
- αντικατάσταση, αντιπροσώπευση, πχ. Ξενοφῶν ὑπὲρ τῶν στρατιωτῶν εἶπε, ἐγὼ ὑπὲρ σοῦ ἀποκρινοῦμαι
- σκοπός, πχ. ὑπὲρ ἀρετῆς πάντα ποιοῦσι
- αιτία, πχ. ὑπὲρ τῶν γεγενημένων ὠργίζετο
- αναφορά, πχ. ἡ ὑπὲρ τοῦ πολέμου γνώμη (=περί του πολέμου, σχετικά με τον πόλεμο)
- τόπος, πχ. ἐπολέμει τοῖς Θρᾳξὶ τοῖς ὑπὲρ Ἑλλήσποντον οἰκοῦσι
- χρόνος, το πρότερο, πχ. τὸν ὑπὲρ τὰ Μηδικὰ πόλεμον (= τον πόλεμο πριν τα Μηδικά)
- υπέρβαση μέτρου ή ορίου, πχ. ὑπὲρ τοῦ δέοντος (=περισσότερο από όσο έπρεπε), ὑπὲρ δύναμιν, οἱ ὑπὲρ τὰ τετταράκοντα ἔτη γεγονότες (=όσοι υπερβαίνουν τα σαράντα χρόνια)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.